- διαφάνεια
- διαφάν-εια [pron. full] [φᾰ], ἡ,A transparency, Pl.Phd.110d.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
διαφανείᾳ — διαφανείᾱͅ , διαφάνεια transparency fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαφάνεια — transparency fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαφάνεια — Ιδιότητα ενός σώματος να επιτρέπει τη δίοδο ακτινοβολίας από αυτό. H έννοια της δ., η οποία αναφερόταν αρχικά στο φως, επεκτάθηκε σταδιακά στις άλλες ηλεκτρομαγνητικές και στις σωματιδιακές ακτινοβολίες. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η δ.,… … Dictionary of Greek
διαφάνεια — η 1. η διαύγεια, η καθαρότητα. 2. (φυσ.), η ιδιότητα των σωμάτων να επιτρέπουν τη δίοδο του φωτός μέσα από αυτά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
διαφανείας — διαφανείᾱς , διαφάνεια transparency fem acc pl διαφανείᾱς , διαφάνεια transparency fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαφάνειαν — διαφάνεια transparency fem acc sg διαφά̱νειαν , διαφαίνω show through aor opt act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασκόπιο — Συσκευή προβολής διαφανειών. Η διαφάνεια τοποθετείται μπροστά από μία φωτεινή πηγή, συνήθως μία λυχνία πυρακτώσεως ή μία λάμπα βολταϊκού τόξου. Από την άλλη πλευρά της φωτεινής πηγής βρίσκεται σφαιρικό κάτοπτρο, από αλουμίνιο ή γυαλί με επάλειψη… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
φωτογραφία — Φυσικοχημική μέθοδος με την οποία αποτυπώνονται μόνιμα οι εικόνες πραγματικών αντικειμένων, καθώς αυτές σχηματίζονται ως είδωλα σε ένα σκοτεινό θάλαμο. Οι εικόνες που λαμβάνονται μπορεί να είναι ασπρόμαυρες ή έγχρωμες. Σχηματικά μπορούμε να… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Συνταγματική Ιστορία — Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σύντομη ανασκόπηση Το σύνταγμα είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου με τους οποίους ρυθμίζεται η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής εξουσίας. Επομένως, η συνταγματική ιστορία είναι η ιστορία της κρατικής… … Dictionary of Greek
ακτινολογία — Ο όρος αυτός σημαίνει ακριβώς την επιστήμη η οποία κυρίως μελετά τις ιονίζουσες ακτινοβολίες· στην τρέχουσα γλώσσα όμως, λέγοντας α., εννοούμε τον κλάδο της ιατρικής που ασχολείται με τις εφαρμογές των ακτινοβολιών αυτών στη διαγνωστική και στη… … Dictionary of Greek